εὐαρίθμητος: Difference between revisions

2b
(4)
(2b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''εὐᾰρίθμητος:''' -ον, αυτός που υπολογίζεται, αριθμείται εύκολα, δηλ. [[λίγος]] στον αριθμό, σε Πλάτ.
|lsmtext='''εὐᾰρίθμητος:''' -ον, αυτός που υπολογίζεται, αριθμείται εύκολα, δηλ. [[λίγος]] στον αριθμό, σε Πλάτ.
}}
{{elru
|elrutext='''εὐᾰρίθμητος:''' легко исчислимый, т. е. немногочисленный (ἵπποι Xen.; ἡμέραι καὶ νύκτες Plat.): οὐκ εὐ. Arst. неисчислимый, несметный.
}}
}}