ἀσκαρδαμυκτί: Difference between revisions

1b
(3)
(1b)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀσκαρδᾰμυκτί:''' επίρρ., [[χωρίς]] να κινηθούν τα βλέφαρα, [[χωρίς]] να ανοιγοκλείσουν τα βλέφαρα, [[πολύ]] [[γρήγορα]], ακαριαία, σε Ξεν.
|lsmtext='''ἀσκαρδᾰμυκτί:''' επίρρ., [[χωρίς]] να κινηθούν τα βλέφαρα, [[χωρίς]] να ανοιγοκλείσουν τα βλέφαρα, [[πολύ]] [[γρήγορα]], ακαριαία, σε Ξεν.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀσκαρδᾰμυκτί:''' adv. не моргая глазами, т. е. пристально (ὁρᾶν Xen., Luc.).
}}
}}