ἄπλουτος: Difference between revisions

1
(3)
(1)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἄπλουτος:''' -ον, αυτός που δεν έχει πλούτη, σε Σοφ., Πλούτ.
|lsmtext='''ἄπλουτος:''' -ον, αυτός που δεν έχει πλούτη, σε Σοφ., Πλούτ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἄπλουτος:''' лишенный богатства, небогатый ([[ἀνήρ]] Soph.; [[δίαιτα]] Plut.): πλοῦτον ἄπλουτον ἀπεργάσασθαι Plut. лишить богачей их богатства.
}}
}}