ὀρεύς: Difference between revisions

3b
(5)
(3b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ὀρεύς:''' Ιων. [[οὐρεύς]], -έως, ὁ, [[μουλάρι]], σε Ομήρ. Ιλ., Αριστοφ. (από το [[ὄρος]], [[βουνό]], [[καθώς]] τα μουλάρια χρησιμοποιούνται [[πολύ]] σε ορεινές περιοχές).
|lsmtext='''ὀρεύς:''' Ιων. [[οὐρεύς]], -έως, ὁ, [[μουλάρι]], σε Ομήρ. Ιλ., Αριστοφ. (από το [[ὄρος]], [[βουνό]], [[καθώς]] τα μουλάρια χρησιμοποιούνται [[πολύ]] σε ορεινές περιοχές).
}}
{{elru
|elrutext='''ὀρεύς:''' έως, ион. [[οὐρεύς]], ῆος ὁ мул Hom., Hes., Arph., Arst.
}}
}}