ἀκατακάλυπτος: Difference between revisions

1
(2)
(1)
Line 33: Line 33:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀκατακάλυπτος:''' -ον ([[κατακαλύπτω]]), [[ακάλυπτος]], [[ασκεπής]], [[φανερός]], σε Καινή Διαθήκη
|lsmtext='''ἀκατακάλυπτος:''' -ον ([[κατακαλύπτω]]), [[ακάλυπτος]], [[ασκεπής]], [[φανερός]], σε Καινή Διαθήκη
}}
{{elru
|elrutext='''ἀκατακάλυπτος:''' незакутанный, с непокрытой головой ([[γυνή]] Polyb., NT).
}}
}}