ἀνώλεθρος: Difference between revisions

1
(3)
(1)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀνώλεθρος:''' -ον ([[ὄλεθρος]]), [[άφθαρτος]], [[ακατάλυτος]], σε Πλάτ.· Επικ. <i>ἀν-όλεθρος</i>, έχοντας ξεφύγει τον όλεθρο, σε Ομήρ. Ιλ.
|lsmtext='''ἀνώλεθρος:''' -ον ([[ὄλεθρος]]), [[άφθαρτος]], [[ακατάλυτος]], σε Πλάτ.· Επικ. <i>ἀν-όλεθρος</i>, έχοντας ξεφύγει τον όλεθρο, σε Ομήρ. Ιλ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀνώλεθρος:''' не гибнущий, непреходящий ([[ἀθάνατος]] καὶ ἀ. Plat., Arst., Plut.).
}}
}}