γενναιότης: Difference between revisions

1b
(3)
(1b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''γενναιότης:''' -ητος, ἡ ([[γενναῖος]]), η [[ευγένεια]] του χαρακτήρα, η αριστοκρατική [[συμπεριφορά]], σε Ευρ., Θουκ.· λέγεται για το [[έδαφος]], η [[γονιμότητα]], η [[ευφορία]] του εδάφους, σε Ξεν.
|lsmtext='''γενναιότης:''' -ητος, ἡ ([[γενναῖος]]), η [[ευγένεια]] του χαρακτήρα, η αριστοκρατική [[συμπεριφορά]], σε Ευρ., Θουκ.· λέγεται για το [[έδαφος]], η [[γονιμότητα]], η [[ευφορία]] του εδάφους, σε Ξεν.
}}
{{elru
|elrutext='''γενναιότης:''' ητος ἡ<br /><b class="num">1)</b> благородство Eur., Thuc., Polyb.;<br /><b class="num">2)</b> отличные качества, плодородие (sc. χώρας Xen., Polyb.).
}}
}}