ἐργαλεῖον: Difference between revisions

2
(4)
(2)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἐργᾰλεῖον:''' Ιων. -ήϊον, τό ([[ἔργον]]), [[εργαλείο]], όργανο, σε Ηρόδ., Θουκ. κ.λπ.
|lsmtext='''ἐργᾰλεῖον:''' Ιων. -ήϊον, τό ([[ἔργον]]), [[εργαλείο]], όργανο, σε Ηρόδ., Θουκ. κ.λπ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἐργᾰλεῖον:''' ион. ἐργᾰλήϊον τό орудие, средство производства Her., Thuc., Plat., Plut.
}}
}}