μεσίδιος: Difference between revisions

3
(5)
(3)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''μεσίδιος:''' [σῐδ], ποιητ. μεσσ-, -α, -ον, = [[μέσος]], δικαστὴς [[μεσίδιος]] = [[μεσίτης]], σε Αριστ.
|lsmtext='''μεσίδιος:''' [σῐδ], ποιητ. μεσσ-, -α, -ον, = [[μέσος]], δικαστὴς [[μεσίδιος]] = [[μεσίτης]], σε Αριστ.
}}
{{elru
|elrutext='''μεσίδιος:''' (ῐδ) стоящий посреди, т. е. являющийся посредником, посредничающий ([[δικαστής]], [[ἄρχων]] Arst.).
}}
}}