μονόθεν: Difference between revisions

3
(5)
(3)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''μονόθεν:''' Ιων. μουν-, επίρρ., μόνο, μοναδικά, σε Ηρόδ.
|lsmtext='''μονόθεν:''' Ιων. μουν-, επίρρ., μόνο, μοναδικά, σε Ηρόδ.
}}
{{elru
|elrutext='''μονόθεν:''' ион. μουνόθεν adv. наедине, в одиночестве Her.
}}
}}