ὀλιγάκις: Difference between revisions

3b
(5)
(3b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ὀλῐγάκῐς:''' [ᾰ], επίρρ. ([[ὀλίγος]]), λίγες μόνο φορές, [[σπανίως]], σε Ευρ., Θουκ. κ.λπ.
|lsmtext='''ὀλῐγάκῐς:''' [ᾰ], επίρρ. ([[ὀλίγος]]), λίγες μόνο φορές, [[σπανίως]], σε Ευρ., Θουκ. κ.λπ.
}}
{{elru
|elrutext='''ὀλῐγάκις:''' adv. нечасто, редко (ὀ. καὶ [[ὀλιγαχοῦ]] Arst.).
}}
}}