3,274,216
edits
(5) |
(3b) |
||
Line 7: | Line 7: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ὀλισθάνω και ὀλισθαίνω:''' αόρ. βʹ [[ὤλισθον]], Επικ. [[ὄλισθον]]· μέλ. <i>ὀλισθήσω</i>, αόρ. αʹ [[ὠλίσθησα]], παρακ. <i>-ηκα</i> είναι μεταγεν.·<br /><b class="num">1.</b> [[γλιστρώ]], [[γλιστρώ]] και [[πέφτω]], σε Ομήρ. Ιλ.· <i>ἐξ ἀντύγων ὤλισθε</i>, γλίστρησε και έπεσε από το [[άρμα]], σε Σοφ.· μεταφ., [[διαπράττω]] [[σφάλμα]], αμαρτάνω, σε Αριστοφ.<br /><b class="num">2.</b> [[γλιστρώ]], [[τρέχω]] εύκολα, ρέω, σε Θεόκρ. | |lsmtext='''ὀλισθάνω και ὀλισθαίνω:''' αόρ. βʹ [[ὤλισθον]], Επικ. [[ὄλισθον]]· μέλ. <i>ὀλισθήσω</i>, αόρ. αʹ [[ὠλίσθησα]], παρακ. <i>-ηκα</i> είναι μεταγεν.·<br /><b class="num">1.</b> [[γλιστρώ]], [[γλιστρώ]] και [[πέφτω]], σε Ομήρ. Ιλ.· <i>ἐξ ἀντύγων ὤλισθε</i>, γλίστρησε και έπεσε από το [[άρμα]], σε Σοφ.· μεταφ., [[διαπράττω]] [[σφάλμα]], αμαρτάνω, σε Αριστοφ.<br /><b class="num">2.</b> [[γλιστρώ]], [[τρέχω]] εύκολα, ρέω, σε Θεόκρ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ὀλισθαίνω:''' Plut. (только praes. и impf.) = [[ὀλισθάνω]]. | |||
}} | }} |