ὀρθόστατος: Difference between revisions

3b
(5)
(3b)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ὀρθόστᾰτος:''' -ον ([[στῆναι]]), αυτός που στέκεται [[ορθός]], όρθιος, σε Ευρ.
|lsmtext='''ὀρθόστᾰτος:''' -ον ([[στῆναι]]), αυτός που στέκεται [[ορθός]], όρθιος, σε Ευρ.
}}
{{elru
|elrutext='''ὀρθόστᾰτος:''' прямо поставленный, приставленный (к городской стене) (κλίμακες Eur.).
}}
}}