περιφερής: Difference between revisions

3b
(6)
(3b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''περιφερής:''' -ές (περιφέρομαι)·<br /><b class="num">I. 1.</b> αυτός που κινείται [[ολόγυρα]], αυτός που περιβάλλει, με γεν., σε Ευρ.<br /><b class="num">2.</b> περικυκλωμένος από, με δοτ., στον ίδ.<br /><b class="num">II.</b> [[στρογγυλός]], [[κυκλικός]], σε Πλάτ.· λέγεται για τα σχήματα, [[σφαιρικός]], [[σφαιροειδής]], στον ίδ.· λέγεται για τα σώματα, [[στρογγυλός]], στρογγυλεμένος, σε Αριστ.
|lsmtext='''περιφερής:''' -ές (περιφέρομαι)·<br /><b class="num">I. 1.</b> αυτός που κινείται [[ολόγυρα]], αυτός που περιβάλλει, με γεν., σε Ευρ.<br /><b class="num">2.</b> περικυκλωμένος από, με δοτ., στον ίδ.<br /><b class="num">II.</b> [[στρογγυλός]], [[κυκλικός]], σε Πλάτ.· λέγεται για τα σχήματα, [[σφαιρικός]], [[σφαιροειδής]], στον ίδ.· λέγεται για τα σώματα, [[στρογγυλός]], στρογγυλεμένος, σε Αριστ.
}}
{{elru
|elrutext='''περιφερής:''' <b class="num">1)</b> вращающийся, блуждающий (ὀφθαλμοί Luc.);<br /><b class="num">2)</b> круглый, в форме окружности ([[σχῆμα]] Plat.);<br /><b class="num">3)</b> шарообразный, сферический (γῆ Plat.);<br /><b class="num">4)</b> перен. закругленный, законченный (προοίμια Arst.);<br /><b class="num">5)</b> изгибающийся, витой, кривой ([[στίβος]] Eur.);<br /><b class="num">6)</b> окруженный, окаймленный: [[δῶμα]] περιφερὲς θριγκοῖς Eur. дом, обнесенный зубчатой стеной.
}}
}}