ποίνιμος: Difference between revisions

3b
(6)
(3b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ποίνιμος:''' -ον ([[ποινή]]),·<br /><b class="num">1.</b> [[εκδικητικός]], [[τιμωρός]], σε Σοφ.<br /><b class="num">2.</b> με θετική [[σημασία]], αυτός που φέρνει [[επιστροφή]] ή [[ανταμοιβή]], σε Πίνδ.
|lsmtext='''ποίνιμος:''' -ον ([[ποινή]]),·<br /><b class="num">1.</b> [[εκδικητικός]], [[τιμωρός]], σε Σοφ.<br /><b class="num">2.</b> με θετική [[σημασία]], αυτός που φέρνει [[επιστροφή]] ή [[ανταμοιβή]], σε Πίνδ.
}}
{{elru
|elrutext='''ποίνῐμος:''' <b class="num">1)</b> несущий возмездие, карающий ([[Ἐρινύς]] Soph.);<br /><b class="num">2)</b> заслуженный, справедливый (πάθεα Soph.);<br /><b class="num">3)</b> служащий наградой ([[χάρις]] Pind.).
}}
}}