προπαροξύτονος: Difference between revisions

4
(34)
(4)
Line 15: Line 15:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο / [[προπαροξύτονος]], -ον, ΝΜΑ [[παροξύτονος]]<br />(για [[λέξη]]) αυτός που τονίζεται με [[οξεία]] στην [[προπαραλήγουσα]]. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br />[[προπαροξυτόνως]] Α<br />με [[οξεία]] στην [[προπαραλήγουσα]].
|mltxt=-η, -ο / [[προπαροξύτονος]], -ον, ΝΜΑ [[παροξύτονος]]<br />(για [[λέξη]]) αυτός που τονίζεται με [[οξεία]] στην [[προπαραλήγουσα]]. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br />[[προπαροξυτόνως]] Α<br />με [[οξεία]] στην [[προπαραλήγουσα]].
}}
{{elru
|elrutext='''προπαροξύτονος:''' (ῠ) грам. имеющий ударение на третьем от конца слоге.
}}
}}