σεσαρώς: Difference between revisions
From LSJ
μισῶ σοφιστὴν ὅστις οὐχ αὑτῷ σοφός → I hate the sage who recks not his own rede, I hate the sage who is not wise for himself, I hate the wise man who is not wise on his own
(6) |
(4) |
||
Line 4: | Line 4: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''σεσᾱρώς:''' Δωρ. αντί <i>σεσηρώ</i>, Επικ. θηλ. <i>σεσᾰρυῖα</i>. | |lsmtext='''σεσᾱρώς:''' Δωρ. αντί <i>σεσηρώ</i>, Επικ. θηλ. <i>σεσᾰρυῖα</i>. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''σεσᾱρώς:''' дор. = [[σεσηρώς]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 03:28, 1 January 2019
Greek (Liddell-Scott)
σεσᾱρώς: Δωρ. ἀντὶ σεσηρώς, Ἐπικ. θηλ. σεσᾰρυῖα (ὡς τὸ ἀρᾰρυῖα).
Greek Monotonic
σεσᾱρώς: Δωρ. αντί σεσηρώ, Επικ. θηλ. σεσᾰρυῖα.
Russian (Dvoretsky)
σεσᾱρώς: дор. = σεσηρώς.