πικρίζω: Difference between revisions

1ba
(6)
(1ba)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''πικρίζω:''' μέλ. <i>-σω</i> ([[πικρός]]), είμαι [[πικρός]] ή έχω πικρή [[γεύση]], σε Στράβ.
|lsmtext='''πικρίζω:''' μέλ. <i>-σω</i> ([[πικρός]]), είμαι [[πικρός]] ή έχω πικρή [[γεύση]], σε Στράβ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[πικρίζω]], fut. -σω [[πικρός]]<br />to be or [[taste]] [[bitter]], Strab.
}}
}}