Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

μητροφόντης: Difference between revisions

From LSJ

Ἐν γὰρ γυναιξὶ πίστιν οὐκ ἔξεστ' ἰδεῖν → Vix feminarum in genere reperies fidem → Bei Frauen lässt sich Treue nämlich nicht erspäh'n

Menander, Monostichoi, 161
(3)
(1ba)
Line 27: Line 27:
{{elru
{{elru
|elrutext='''μητροφόντης:''' ου ὁ Eur., Arst. = [[μητροφόνος]] II.
|elrutext='''μητροφόντης:''' ου ὁ Eur., Arst. = [[μητροφόνος]] II.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=μητρο-[[φόντης]], ου, ὁ, = [[μητροφόνος]], Eur.]
}}
}}

Revision as of 04:00, 10 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μητροφόντης Medium diacritics: μητροφόντης Low diacritics: μητροφόντης Capitals: ΜΗΤΡΟΦΟΝΤΗΣ
Transliteration A: mētrophóntēs Transliteration B: mētrophontēs Transliteration C: mitrofontis Beta Code: mhtrofo/nths

English (LSJ)

ου, ὁ, = foreg., E.Or.479,1587, Andr.999, Arist.Rh. 1405b22.

German (Pape)

[Seite 180] ὁ, dasselbe, Eur. Or. 1587 Andr. 1000.

Greek (Liddell-Scott)

μητροφόντης: ὁ, = μητροφόνος, Εὐρ. Ὀρ. 497, Ἀριστ. Ρητ. 3. 2, 14.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
c. μητροφόνος.

Greek Monolingual

μητροφόντης, ὁ (Α)
μητροφόνος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μήτηρ, μητρός + -φόντης (< θείνω «φονεύω» κατ' επίδραση του φόνος), πρβλ. ανδρο-φόντης, πατρο-φόντης.

Greek Monotonic

μητροφόντης: -ου, ὁ, = μητροφόνος, σε Ευρ.

Russian (Dvoretsky)

μητροφόντης: ου ὁ Eur., Arst. = μητροφόνος II.

Middle Liddell

μητρο-φόντης, ου, ὁ, = μητροφόνος, Eur.]