ἑαυτοῦ: Difference between revisions

m
Text replacement - ">" to ">"
(1ab)
m (Text replacement - ">" to ">")
Line 32: Line 32:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ής, -oύ (AM ἑαυτοῡ, -ῆς, -οῡ<br />Α και αὑτοῡ, -ῆς, -οῡ)<br />[[αυτοπαθής]] [[αντωνυμία]] γ' προσώπου (α. «ἔρριπτον εἰς [[ὕδωρ]] σφᾱς αὐτούς» — έπεφταν στο [[νερό]]<br />β. «αὐτὸ ἐφ' ἑαυτό» — μόνο του, άσχετα από άλλα<br />γ. «αὐτὸ καθ' ἑαυτό» — αυτό εξεταζόμενο μόνο του αποκλειστικά)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> χρησιμοποιείται [[αντί]] του α' προσώπου («αὐτὸς καθ' αὑτοῡ τἄρα μηχανορραφῶ» — εις [[βάρος]] του [[εαυτού]] μου)<br /><b>2.</b> [[αντί]] του β' προσώπου («[[μόρον]] τὸν αὐτῆς [[οἶσθα]]» — ήξερες τη [[μοίρα]] σου)<br /><b>3.</b> [[αντί]] της αλληλοπαθούς αντωνυμίας («καθ' αὑτοῑν / δικρατεῑς λόγχας στήσαντε» — [[αφού]] σήκωσαν τις λόγχες ο [[ένας]] [[εναντίον]] του άλλου).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Οι τ. αττικής και ιωνικής διαλέκτου ερμηνεύονται ως προϊόντα κράσεως με [[συναίρεση]] (<b>[[πρβλ]].</b> <i>έο [[αυτού]] &GT; ιων. <i>εωυτού</i>, αττ. [[εαυτού]] - <i>εοί αυτῴ</i> &GT; ιων. <i>εωυτῴ</i>, αττ. <i>εαυτῴ</i>) στην οποία [[άλλωστε]] οφείλεται και η [[μακρότητα]] του -<i>ᾱ</i>- τών τ. της αττικής διαλέκτου. Στον Όμηρο εύχρηστοι [[είναι]] οι ασυναίρετοι τ. (<b>[[πρβλ]].</b> <i>ε αυτόν</i>, <i>έο [[αυτού]], <i>οι αυτῴ</i>, <i>έμ</i>' <i>αυτόν</i>, <i>εμοί αυτῴ</i>) και η λ. που απαντά στην [[τραγωδία]] [[αυτού]] <span style="color: red;"><</span> [[εαυτού]] με [[συναίρεση]]. Οι τ. <i>ἑαυτῶν</i>, <i>ἑαυτοῖς</i> κ.λπ. του πληθ. αριθμού, που σχηματίστηκε αναλογικά [[προς]] τον ενικό, χρησιμοποιούνται παράλληλα με τους ορθότερους τ. <i>σφων αυτών</i>, <i>σφίσιν αυτοίς</i>].
|mltxt=-ής, -oύ (AM ἑαυτοῡ, -ῆς, -οῡ<br />Α και αὑτοῡ, -ῆς, -οῡ)<br />[[αυτοπαθής]] [[αντωνυμία]] γ' προσώπου (α. «ἔρριπτον εἰς [[ὕδωρ]] σφᾱς αὐτούς» — έπεφταν στο [[νερό]]<br />β. «αὐτὸ ἐφ' ἑαυτό» — μόνο του, άσχετα από άλλα<br />γ. «αὐτὸ καθ' ἑαυτό» — αυτό εξεταζόμενο μόνο του αποκλειστικά)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> χρησιμοποιείται [[αντί]] του α' προσώπου («αὐτὸς καθ' αὑτοῡ τἄρα μηχανορραφῶ» — εις [[βάρος]] του [[εαυτού]] μου)<br /><b>2.</b> [[αντί]] του β' προσώπου («[[μόρον]] τὸν αὐτῆς [[οἶσθα]]» — ήξερες τη [[μοίρα]] σου)<br /><b>3.</b> [[αντί]] της αλληλοπαθούς αντωνυμίας («καθ' αὑτοῑν / δικρατεῑς λόγχας στήσαντε» — [[αφού]] σήκωσαν τις λόγχες ο [[ένας]] [[εναντίον]] του άλλου).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Οι τ. αττικής και ιωνικής διαλέκτου ερμηνεύονται ως προϊόντα κράσεως με [[συναίρεση]] (<b>[[πρβλ]].</b> <i>έο [[αυτού]] > ιων. <i>εωυτού</i>, αττ. [[εαυτού]] - <i>εοί αυτῴ</i> > ιων. <i>εωυτῴ</i>, αττ. <i>εαυτῴ</i>) στην οποία [[άλλωστε]] οφείλεται και η [[μακρότητα]] του -<i>ᾱ</i>- τών τ. της αττικής διαλέκτου. Στον Όμηρο εύχρηστοι [[είναι]] οι ασυναίρετοι τ. (<b>[[πρβλ]].</b> <i>ε αυτόν</i>, <i>έο [[αυτού]], <i>οι αυτῴ</i>, <i>έμ</i>' <i>αυτόν</i>, <i>εμοί αυτῴ</i>) και η λ. που απαντά στην [[τραγωδία]] [[αυτού]] <span style="color: red;"><</span> [[εαυτού]] με [[συναίρεση]]. Οι τ. <i>ἑαυτῶν</i>, <i>ἑαυτοῖς</i> κ.λπ. του πληθ. αριθμού, που σχηματίστηκε αναλογικά [[προς]] τον ενικό, χρησιμοποιούνται παράλληλα με τους ορθότερους τ. <i>σφων αυτών</i>, <i>σφίσιν αυτοίς</i>].
}}
}}
{{lsm
{{lsm