τραγῳδία: Difference between revisions

m
Text replacement - " τοῡ " to " τοῦ "
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - " τοῡ " to " τοῦ ")
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=η / [[τραγῳδία]], ΝΜΑ [[τραγῳδός]]<br /><b>1.</b> το τελειότερο και συνθετότερο [[είδος]] ποιητικού λόγου της ελληνικής αρχαιότητας, με ύψιστη παιδευτική [[σημασία]], [[απαράμιλλος]] [[συνδυασμός]] του ποιητικού λόγου, της μουσικής και της όρχησης, η [[βάση]] και το αρχικό [[πρότυπο]] του νεώτερου ευρωπαϊκού δράματος, που, συνδεδεμένο αρχικά με τη [[λατρεία]] του Διονύσου και τον διθύραμβο τών δωρικών περιοχών, εξελίχθηκε αργότερα σε ένα θεατρικό [[δρώμενο]], σε [[μίμηση]], [[αναπαράσταση]] της ίδιας της ζωής, μια [[σύγκρουση]] της ανθρώπινης βούλησης και της μοίρας, διεγείροντας [[έτσι]] το [[δέος]] [[αλλά]] και τον <i>οίκτο</i> και τον <i>έλεο</i> του θεατή, ο [[οποίος]] ταυτίζεται και συμπάσχει με τον τραγικό ήρωα του δράματος για να βιώσει τελικά [[μέσα]] από αυτήν τη [[διαδικασία]] της ταύτισης την ψυχική [[ανακούφιση]], την [[απαλλαγή]] [[δηλαδή]] από τα [[παραπάνω]] συναισθήματα, την [[κάθαρση]], που επιτυγχάνεται με την τελική [[πτώση]] και την [[τιμωρία]] του τραγικού ήρωα<br /><b>2.</b> θλιβερό [[συμβάν]], τραγικό [[γεγονός]], [[κατάσταση]] που προκαλεί τον οίκτο και τη [[λύπη]], [[συμφορά]] (α. «η [[τραγωδία]] της μικρασιατικής καταστροφής» β. «ἡ τοῡ βίου [[τραγῳδία]] καὶ [[κωμῳδία]]», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «η από της τραγωδίας [[ηδονή]]» — η ψυχική [[συγκίνηση]] και η [[ευχαρίστηση]] που βιώνει ο [[θεατής]] της τραγωδίας, [[κατά]] τον Αριστοτέλη, τα συναισθήματα του ελέου και του φόβου, [[καθώς]] και η [[διαδικασία]] της κάθαρσης με την τελική [[πτώση]] του τραγικού ήρωα<br /><b>νεοελλ.</b><br />θεατρικό [[έργο]] με θλιβερό [[θέμα]] και μή ευχάριστο [[τέλος]] («[[προτιμώ]] τις κωμωδίες από τις τραγωδίες»)<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />[[επίδειξη]], [[κομπασμός]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (γενικά) [[κάθε]] [[είδος]] σοβαρής ποίησης, σε [[αντιδιαστολή]] [[προς]] την [[κωμωδία]]<br /><b>2.</b> [[ομιλία]] κατηγόρου με πολλές υπερβολές<br /><b>3.</b> [[μύθευμα]], [[μύθος]] («ἦν δ' ὡς ἀληθῶς [[τραγῳδία]] [[μεγάλη]] περὶ τὸν Δημήτριον», <b>Πλούτ.</b>)<br /><b>4.</b> [[τραγούδι]], [[άσμα]]<br /><b>5.</b> <b>φρ.</b> α) «τραγῳδίαν ποιεῖν» — η [[συγγραφή]] τραγωδίας<br />β) «τραγῳδίαν διδάσκειν» — η [[προετοιμασία]] και η [[παρουσίαση]] τραγωδίας.
|mltxt=η / [[τραγῳδία]], ΝΜΑ [[τραγῳδός]]<br /><b>1.</b> το τελειότερο και συνθετότερο [[είδος]] ποιητικού λόγου της ελληνικής αρχαιότητας, με ύψιστη παιδευτική [[σημασία]], [[απαράμιλλος]] [[συνδυασμός]] του ποιητικού λόγου, της μουσικής και της όρχησης, η [[βάση]] και το αρχικό [[πρότυπο]] του νεώτερου ευρωπαϊκού δράματος, που, συνδεδεμένο αρχικά με τη [[λατρεία]] του Διονύσου και τον διθύραμβο τών δωρικών περιοχών, εξελίχθηκε αργότερα σε ένα θεατρικό [[δρώμενο]], σε [[μίμηση]], [[αναπαράσταση]] της ίδιας της ζωής, μια [[σύγκρουση]] της ανθρώπινης βούλησης και της μοίρας, διεγείροντας [[έτσι]] το [[δέος]] [[αλλά]] και τον <i>οίκτο</i> και τον <i>έλεο</i> του θεατή, ο [[οποίος]] ταυτίζεται και συμπάσχει με τον τραγικό ήρωα του δράματος για να βιώσει τελικά [[μέσα]] από αυτήν τη [[διαδικασία]] της ταύτισης την ψυχική [[ανακούφιση]], την [[απαλλαγή]] [[δηλαδή]] από τα [[παραπάνω]] συναισθήματα, την [[κάθαρση]], που επιτυγχάνεται με την τελική [[πτώση]] και την [[τιμωρία]] του τραγικού ήρωα<br /><b>2.</b> θλιβερό [[συμβάν]], τραγικό [[γεγονός]], [[κατάσταση]] που προκαλεί τον οίκτο και τη [[λύπη]], [[συμφορά]] (α. «η [[τραγωδία]] της μικρασιατικής καταστροφής» β. «ἡ τοῦ βίου [[τραγῳδία]] καὶ [[κωμῳδία]]», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «η από της τραγωδίας [[ηδονή]]» — η ψυχική [[συγκίνηση]] και η [[ευχαρίστηση]] που βιώνει ο [[θεατής]] της τραγωδίας, [[κατά]] τον Αριστοτέλη, τα συναισθήματα του ελέου και του φόβου, [[καθώς]] και η [[διαδικασία]] της κάθαρσης με την τελική [[πτώση]] του τραγικού ήρωα<br /><b>νεοελλ.</b><br />θεατρικό [[έργο]] με θλιβερό [[θέμα]] και μή ευχάριστο [[τέλος]] («[[προτιμώ]] τις κωμωδίες από τις τραγωδίες»)<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />[[επίδειξη]], [[κομπασμός]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (γενικά) [[κάθε]] [[είδος]] σοβαρής ποίησης, σε [[αντιδιαστολή]] [[προς]] την [[κωμωδία]]<br /><b>2.</b> [[ομιλία]] κατηγόρου με πολλές υπερβολές<br /><b>3.</b> [[μύθευμα]], [[μύθος]] («ἦν δ' ὡς ἀληθῶς [[τραγῳδία]] [[μεγάλη]] περὶ τὸν Δημήτριον», <b>Πλούτ.</b>)<br /><b>4.</b> [[τραγούδι]], [[άσμα]]<br /><b>5.</b> <b>φρ.</b> α) «τραγῳδίαν ποιεῖν» — η [[συγγραφή]] τραγωδίας<br />β) «τραγῳδίαν διδάσκειν» — η [[προετοιμασία]] και η [[παρουσίαση]] τραγωδίας.
}}
}}
{{lsm
{{lsm