τετραγραμμιαίος: Difference between revisions
From LSJ
αὐτόχειρες οὔτε τῶν ἀγαθῶν οὔτε τῶν κακῶν γίγνονται τῶν συμβαινόντων αὐτοῖς → for not with their own hands do they deal out the blessings and curses that befall us
(41) |
m (Text replacement - "αῑα" to "αῖα") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ον, Α<br />(για χρυσά νομίσματα) αυτός που ζυγίζει [[τέσσερα]] γράμματα, τα οποία ήταν [[υποδιαίρεση]] μέτρου βάρους ( | |mltxt=-ον, Α<br />(για χρυσά νομίσματα) αυτός που ζυγίζει [[τέσσερα]] γράμματα, τα οποία ήταν [[υποδιαίρεση]] μέτρου βάρους («τετραγραμμιαῖα νομίσματα», πάπ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τετρ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[γράμμα]] «[[υποδιαίρεση]] μέτρου βάρους» <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ιαῖος</i>]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 14:10, 28 March 2021
Greek Monolingual
-ον, Α
(για χρυσά νομίσματα) αυτός που ζυγίζει τέσσερα γράμματα, τα οποία ήταν υποδιαίρεση μέτρου βάρους («τετραγραμμιαῖα νομίσματα», πάπ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α)- + γράμμα «υποδιαίρεση μέτρου βάρους» + κατάλ. -ιαῖος].