δυσπαρακολούθητος: Difference between revisions

m
Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ"
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''δυσπαρᾰκολούθητος''': -ον, ὃν δύσκολον εἶνε νὰ παρακολουθήσῃ τις, δηλ. [[δυσνόητος]], [[δυσκατάληπτος]], Μένανδ. Ὑποβ. 10, Διον Ἁλ. π.Πομπ. 3. ΙΙ. [[μετὰ]] δυσκολίας ἐννοῶν, [[νωθρός]], Μ.Ἀντων. 5. 5.
|lstext='''δυσπαρᾰκολούθητος''': -ον, ὃν δύσκολον εἶνε νὰ παρακολουθήσῃ τις, δηλ. [[δυσνόητος]], [[δυσκατάληπτος]], Μένανδ. Ὑποβ. 10, Διον Ἁλ. π.Πομπ. 3. ΙΙ. μετὰ δυσκολίας ἐννοῶν, [[νωθρός]], Μ.Ἀντων. 5. 5.
}}
}}
{{bailly
{{bailly