εξ αδιαιρέτου: Difference between revisions

From LSJ

Λήσειν διὰ τέλους μὴ δόκει πονηρὸς ὤν → Latere semper posse ne spera nocens → Gewiss nicht immer bleibst als Schuft du unentdeckt

Menander, Monostichoi, 329
(Created page with "{{grml |mltxt=<b>επιρρ. φρ.</b>) «εξ αδιαιρέτου», λέγεται για να δηλώσει τη συγκυριότητα πολλών δικαι...")
 
mNo edit summary
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=<b>επιρρ. φρ.</b>) «[[εξ αδιαιρέτου]]», λέγεται για να δηλώσει τη [[συγκυριότητα]] πολλών δικαιούχων [[πάνω]] στο ίδιο [[αντικείμενο]]. Βλέπε [[αδιαίρετος]].
|mltxt=<b>επιρρ. φρ.</b>) «[[εξ αδιαιρέτου]]» ([[ab indiviso]]), λέγεται για να δηλώσει τη [[συγκυριότητα]] πολλών δικαιούχων [[πάνω]] στο ίδιο [[αντικείμενο]]. Βλέπε [[αδιαίρετος]].
}}
}}

Revision as of 10:18, 22 December 2021

Greek Monolingual

επιρρ. φρ.) «εξ αδιαιρέτου» (ab indiviso), λέγεται για να δηλώσει τη συγκυριότητα πολλών δικαιούχων πάνω στο ίδιο αντικείμενο. Βλέπε αδιαίρετος.