ἐπιτελής: Difference between revisions

m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(<\/b>) ([\p{Cyrillic}\s]+), ([\p{Cyrillic}\s]+), ([\p{Cyrillic}\s]+):" to "$1 $2, $3, $4:")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0990.png Seite 990]] ές, vollendet, ausgeführt, ἐπιτελέα ἐγένετο Her. 3, 16, wie Thuc. 1, 141; Plut. Nic. 14; ἐπιτελέα ποιεῖν, ausführen, Her. 3, 141 u. oft; ἐπ. δ' εἴη ἡ [[εὐχή]] Plat. Ep. VIII, 353 a; Legg. XI, 931 e; ἐπίνοιαι Pol. 6, 15, 6; κρίσιν λαμβάνει ὁ [[πόλεμος]] ἐπιτελῆ, eine vollständige Entscheidung, ein entschiedenes Ende, D. Hal. 10, 46; – [[παρθένος]], mannbar, Hesych. – Aber ὄρνιθες, Ant. Lib. 19, = [[ἐπιτελεστικός]].
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0990.png Seite 990]] ές, vollendet, ausgeführt, ἐπιτελέα ἐγένετο Her. 3, 16, wie Thuc. 1, 141; Plut. Nic. 14; ἐπιτελέα ποιεῖν, ausführen, Her. 3, 141 u. oft; ἐπ. δ' εἴη ἡ [[εὐχή]] Plat. Ep. VIII, 353 a; Legg. XI, 931 e; ἐπίνοιαι Pol. 6, 15, 6; κρίσιν λαμβάνει ὁ [[πόλεμος]] ἐπιτελῆ, eine vollständige Entscheidung, ein entschiedenes Ende, D. Hal. 10, 46; – [[παρθένος]], mannbar, Hesych. – Aber ὄρνιθες, Ant. Lib. 19, = [[ἐπιτελεστικός]].
}}
{{bailly
|btext=ής, ές :<br />mis à exécution, achevé, accompli.<br />'''Étymologie:''' [[ἐπί]], [[τέλος]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐπιτελής''': -ές, ([[τέλος]]) [[τέλειος]], ποιεῖν τι ἐπιτελές, = ἐπιτελεῖν, ἀπειλήσας παντοῖα τῷδε, ἢν μὴ τάδε ἐπιτελέα ποιήσῃ Ἡρόδ. 1. 117., 3. 141, Ἱππ. Ὅρκ. κτλ.· ταῦτά τε δὴ ὦν ἐπιτελέα ἐγίνετο = ἐπετελοῦντο, Ἡρόδ. 1. 124, Θουκ. 1. 141· εὐχὴ ἐπ. Πλάτ. Νόμοι 931Ε· κρίσιν λαμβάνειν ἐπιτελῆ Διον. Ἁλ. 10. 46· ― «ἐπιτελῆ, εἰς [[πέρας]] ἀγόμενα» Σουΐδ.: ― ἐπὶ γυναικός, ἡ ἐν ὥρᾳ γάμου, «[[ἐπιτελής]]· [[ὡραία]] γαμεῖσθαι» Ἡσύχ. ― Ἐπίρρ. -έως, ἐπὶ τέλους, Ἀρετ. π. Αἰτ. Χρον. Παθ. 2. 8. II. ἐνεργ., [[ἀποτελεσματικός]], Ἀντ. Λιβ. 19.
|lstext='''ἐπιτελής''': -ές, ([[τέλος]]) [[τέλειος]], ποιεῖν τι ἐπιτελές, = ἐπιτελεῖν, ἀπειλήσας παντοῖα τῷδε, ἢν μὴ τάδε ἐπιτελέα ποιήσῃ Ἡρόδ. 1. 117., 3. 141, Ἱππ. Ὅρκ. κτλ.· ταῦτά τε δὴ ὦν ἐπιτελέα ἐγίνετο = ἐπετελοῦντο, Ἡρόδ. 1. 124, Θουκ. 1. 141· εὐχὴ ἐπ. Πλάτ. Νόμοι 931Ε· κρίσιν λαμβάνειν ἐπιτελῆ Διον. Ἁλ. 10. 46· ― «ἐπιτελῆ, εἰς [[πέρας]] ἀγόμενα» Σουΐδ.: ― ἐπὶ γυναικός, ἡ ἐν ὥρᾳ γάμου, «[[ἐπιτελής]]· [[ὡραία]] γαμεῖσθαι» Ἡσύχ. ― Ἐπίρρ. -έως, ἐπὶ τέλους, Ἀρετ. π. Αἰτ. Χρον. Παθ. 2. 8. II. ἐνεργ., [[ἀποτελεσματικός]], Ἀντ. Λιβ. 19.
}}
{{bailly
|btext=ής, ές :<br />mis à exécution, achevé, accompli.<br />'''Étymologie:''' [[ἐπί]], [[τέλος]].
}}
}}
{{grml
{{grml