τυφλώττω: Difference between revisions

m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 13: Line 13:
|btext=<i>seul. prés.</i><br />être aveugle ; <i>fig.</i> être insensible : [[περί]] [[τι]] à qch.<br />'''Étymologie:''' [[τυφλός]].
|btext=<i>seul. prés.</i><br />être aveugle ; <i>fig.</i> être insensible : [[περί]] [[τι]] à qch.<br />'''Étymologie:''' [[τυφλός]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''τυφλώττω''': εἶμαι [[τυφλός]], ἐλελήθην τὴν ψυχὴν τυφλώττουσαν περιφέρων Λουκ. Νιγρ. 4, πρβλ. Κικ. πρὸς Ἀττικ. 2. 19· [[περί]] τι Πολύβ. 2. 61, 12. 2) εἶμαι [[ἀσαφής]], [[δυσδιάγνωστος]], ἐπὶ γραφῆς, μνημονευόμ. ἐκ τοῦ Φιλοστρ. (Ἐσχηματίσθη κατὰ τὸ λιμώττω ἐκ τοῦ [[λιμός]], ὀνειρώττω ἐκ τοῦ [[ὄνειρος]]). - Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 203-206.
|elnltext=τυφλώττω [τυφλός] verblind zijn.
}}
{{elru
|elrutext='''τυφλώττω:''' [[быть слепым]] (περί τι Polyb., Plat.; ψυχὴν τυφλώττουσαν περιφέρειν Luc.).
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 22: Line 25:
|lsmtext='''τυφλώττω:''' ([[τυφλός]]), είμαι [[τυφλός]], σε Λουκ.
|lsmtext='''τυφλώττω:''' ([[τυφλός]]), είμαι [[τυφλός]], σε Λουκ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''τυφλώττω:''' [[быть слепым]] (περί τι Polyb., Plat.; ψυχὴν τυφλώττουσαν περιφέρειν Luc.).
|lstext='''τυφλώττω''': εἶμαι [[τυφλός]], ἐλελήθην τὴν ψυχὴν τυφλώττουσαν περιφέρων Λουκ. Νιγρ. 4, πρβλ. Κικ. πρὸς Ἀττικ. 2. 19· [[περί]] τι Πολύβ. 2. 61, 12. 2) εἶμαι [[ἀσαφής]], [[δυσδιάγνωστος]], ἐπὶ γραφῆς, μνημονευόμ. ἐκ τοῦ Φιλοστρ. (Ἐσχηματίσθη κατὰ τὸ λιμώττω ἐκ τοῦ [[λιμός]], ὀνειρώττω ἐκ τοῦ [[ὄνειρος]]). - Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 203-206.
}}
{{elnl
|elnltext=τυφλώττω [τυφλός] verblind zijn.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[τυφλώττω]], [[τυφλός]]<br />to be [[blind]], Luc.
|mdlsjtxt=[[τυφλώττω]], [[τυφλός]]<br />to be [[blind]], Luc.
}}
}}