πυλαωρός: Difference between revisions

m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elnl.*}}\n)({{elru.*}}\n)" to "$3$4$1$2"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elnl.*}}\n)({{elru.*}}\n)" to "$3$4$1$2")
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=οῦ (ὁ) :<br />gardien des portes.<br />'''Étymologie:''' [[πύλη]], [[ὤρα]] ; cf. [[πυλωρός]].
|btext=οῦ (ὁ) :<br />gardien des portes.<br />'''Étymologie:''' [[πύλη]], [[ὤρα]] ; cf. [[πυλωρός]].
}}
{{elnl
|elnltext=πυλαωρός -ου, ὁ [πύλη, ὀράω] poortwachter.
}}
{{elru
|elrutext='''πῠλᾰωρός:''' ὁ и ἡ Hom., Anth. = [[πυλωρός]].
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 27: Line 33:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''πῠλᾰωρός:''' ὁ, Επικ. αντί [[πυλωρός]], αυτός που συγκρατεί τις πύλες, [[φύλακας]] των [[πυλών]], σε Ομήρ. Ιλ. (μεταβάλλεται [[χάριν]] Επικ. μέτρου, από το <i>πυλαορός</i>, πρβλ. τιμαορός, [[τιμωρός]], και βλ. [[οὖρος]], [[φύλακας]]).
|lsmtext='''πῠλᾰωρός:''' ὁ, Επικ. αντί [[πυλωρός]], αυτός που συγκρατεί τις πύλες, [[φύλακας]] των [[πυλών]], σε Ομήρ. Ιλ. (μεταβάλλεται [[χάριν]] Επικ. μέτρου, από το <i>πυλαορός</i>, πρβλ. τιμαορός, [[τιμωρός]], και βλ. [[οὖρος]], [[φύλακας]]).
}}
{{elnl
|elnltext=πυλαωρός -ου, ὁ [πύλη, ὀράω] poortwachter.
}}
{{elru
|elrutext='''πῠλᾰωρός:''' ὁ и ἡ Hom., Anth. = [[πυλωρός]].
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=πῠλᾰ-ωρός, οῦ, ὁ, [epic for [[πυλωρός]]<br />[[keeping]] the [[gate]], a [[gate]]-[[keeper]], Il. (Altered, to [[suit]] the epic [[metre]], from πυλαορός, cf. [[τιμάορος]], [[τιμωρός]], and v. [[οὖρος]] [[custos]].)
|mdlsjtxt=πῠλᾰ-ωρός, οῦ, ὁ, [epic for [[πυλωρός]]<br />[[keeping]] the [[gate]], a [[gate]]-[[keeper]], Il. (Altered, to [[suit]] the epic [[metre]], from πυλαορός, cf. [[τιμάορος]], [[τιμωρός]], and v. [[οὖρος]] [[custos]].)
}}
}}