ζάφελος: Difference between revisions

m
pape replacement
m (LSJ2 replacement)
m (pape replacement)
 
Line 12: Line 12:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ζάφελος]], -ον (Α)<br /> [[ζαφελής]], [[ορμητικός]] («[[πυρός]] ζαφέλοιο», <b>Νίκ.</b>).<br /> [<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Παράλληλος τ. του [[επιζάφελος]] [[χωρίς]] την [[πρόθεση]] <i>επί</i>- και άγνωστης προελεύσεως. Οπωσδήποτε το <i>ζα</i>- [[είναι]] αιολική [[μορφή]] του <i>δια</i>-].
|mltxt=[[ζάφελος]], -ον (Α)<br /> [[ζαφελής]], [[ορμητικός]] («[[πυρός]] ζαφέλοιο», <b>Νίκ.</b>).<br /> [<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Παράλληλος τ. του [[επιζάφελος]] [[χωρίς]] την [[πρόθεση]] <i>επί</i>- και άγνωστης προελεύσεως. Οπωσδήποτε το <i>ζα</i>- [[είναι]] αιολική [[μορφή]] του <i>δια</i>-].
}}
{{pape
|ptext=<i>[[heftig]]</i>, [[πῦρ]], Nic. <i>Al</i>. 568, von [[Schneider]] aus mss. [[hergestellt]], [[varia lectio|v.l.]] ζαφλεγός. S. [[ζαφλεγής]] und vgl. [[ἐπιζάφελος]].
}}
}}