σῆψις: Difference between revisions

3,809 bytes added ,  22 December 2022
m
no edit summary
mNo edit summary
mNo edit summary
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0876.png Seite 876]] ἡ, 1) Fäulniß, Gährung; Tim. Locr. 101 a; Plat. Ax. 365 d; Arist. H. A. 6, 15. Bei Hippocr. auch Verdauung, vgl. aber Arist. gen. an. 3, 11. – 2) das Faulmachen, Sp.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0876.png Seite 876]] ἡ, 1) Fäulniß, Gährung; Tim. Locr. 101 a; Plat. Ax. 365 d; Arist. H. A. 6, 15. Bei Hippocr. auch Verdauung, vgl. aber Arist. gen. an. 3, 11. – 2) das Faulmachen, Sp.
}}
{{ls
|lstext='''σῆψις''': Δωρ. σᾶψις, εως, ἡ, (σήπομαι) [[ζύμωσις]], σάπισμα, «σαπήλα», [[φθορά]], [[κατάπτωσις]], ὑγρῶν Τίμ. Λοκρ. 102C, πρβλ. Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 6. 15, 4· τὸ [[τέλος]] τῆς κατὰ φύσιν φθορᾶς σ. ἐστιν ὁ αὐτ. ἐν Μετεωρ. 4. 1, 5 κἑξ.· σ. χλωρὴ Ἱππ. Προρρ. 75· σ. ὀστέων = [[σφάκελος]], Μοῖρις. ΙΙ. ([[σήπω]]) ἡ [[ἐνέργεια]] τοῦ στομάχου, καθ’ ἣν [[οὗτος]] ἀπορρίπτει τὸ [[μέρος]] τῆς τροφῆς τὸ μὴ θρεπτικόν, ἀντίθετον τῷ [[πέψις]], Ἀριστ. π. Ζ. Γεν. 3. 11, 15, πρβλ. Ἀθήν. 276Ε, καὶ ἴδε [[σήπω]] ΙΙ. 4.
}}
}}
{{elru
{{elru
Line 20: Line 17:
}}
}}
{{elnl
{{elnl
|elnltext=σῆψις -εως, ἡ [σήπω] Ion. nom. plur. σήψιες, rotting, ontbinding.
|elnltext=σῆψις -εως, ἡ [σήπω] Ion. nom. plur. σήψιες, [[rotting]], [[ontbinding]].
}}
{{grml
|mltxt=η / [[σῆψις]], -ήψεως, ΝΜΑ, και δωρ. τ. σᾱψις, Α [[σήπομαι]]<br />[[αποσύνθεση]] ζωικής ή φυτικής οργανικής ουσίας, [[σάπισμα]], [[σαπίλα]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> (βοτ.-ξυλ.) γενική [[ονομασία]] φυτονόσων που προκαλούνται από πάμπολλα είδη βακτηρίων και μυκήτων και που χαρακτηρίζονται από την [[αποσύνθεση]] τών ιστών τών [[φυτών]], του ξύλου, τών ξύλινων κατασκευών, τών ριζών και τών σπερμάτων, ως [[αποτέλεσμα]] της ενζυμικής δραστηριότητας τών βακτηρίων και μυκήτων, [[καθώς]] και της επίδρασης τών δυσμενών συνθηκών του περιβάλλοντος<br /><b>2.</b> <b>μτφ.</b> [[έκλυση]] ηθών, [[διαφθορά]]<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> α) «[[σήψη]] του γόνου»<br /><b>ζωοτ.</b> μεταδοτική [[νόσος]] που προσβάλλει τις νύμφες και προκαλεί τον θάνατο όλων τών μελών της κυψέλης, κν. [[πανούκλα]] τών [[μελισσών]]<br />β) «[[σήψη]] τών σταφυλιών»<br /><b>βοτ.</b> [[νόσος]] που προσβάλλει τις ρώγες τών σταφυλιών και προκαλεί την [[διάρρηξη]] του φλοιού τους<br />γ) «καστανή [[σήψη]]»<br />(βοτ.-ξυλ.) η [[σήψη]] του ξύλου τών δένδρων που έχουν προσβληθεί από μύκητες οι οποίοι καταστρέφουν την [[κυτταρίνη]] και αφήνουν ως κατάλοιπο την καστανόχρωμη [[λιγνίνη]]<br />δ) «λευκή [[σήψη]]»<br />(βοτ.-ξυλ.) η [[σήψη]] του ξύλου τών δένδρων τα οποία έχουν προσβληθεί από μύκητες που καταστρέφουν την [[λιγνίνη]] και αφήνουν ως κατάλοιπο την λευκή [[κυτταρίνη]]<br />ε) «μαλακή [[σήψη]]»<br />(βοτ.-ξυλ.) [[φυτονόσος]] [[κατά]] την οποία οι ιστοί τών προσβεβλημένων τμημάτων γίνονται μαλακοί λόγω του ότι τα ένζυμα του παθογόνου μικροοργανισμού αποικοδομούν τα κυτταρικά τοιχώματα<br />στ) «[[ξηρή]] [[σήψη]]»<br />(βοτ.-ξυλ.) [[σήψη]] φυτικών τμημάτων [[κατά]] την οποία τα προσβεβλημένα κύτταρα θρυμματίζονται και μεταβάλλονται σε κονιώδη [[μάζα]]<br />ζ) «πικρή [[σήψη]]»<br />(βοτ.-ξυλ.) [[σήψη]] τών καρπών [[κατά]] την οποία η [[σάρκα]] τους αποκτά πικρή [[γεύση]]<br />η) «υγρή σκήψη»<br />(βοτ.-ξυλ.) [[σήψη]] η οποία προκαλεί [[ταχεία]] και πλήρη [[αποδιοργάνωση]] τών ιστών με ταυτόχρονη [[απελευθέρωση]] νερού από τα κατεστραμμένα κύτταρα<br /><b>αρχ.</b><br />η [[λειτουργία]] του πεπτικού συστήματος με την οποία αποβάλλονται τα μη θρεπτικά συστατικά της τροφής («ἡ δὲ [[σῆψις]] καὶ τὸ σηπτόν, [[περίττωμα]] τοῦ πεφθέντος ἐστίν», <b>Αριστοτ.</b>).
}}
{{ls
|lstext='''σῆψις''': Δωρ. σᾶψις, εως, ἡ, (σήπομαι) [[ζύμωσις]], σάπισμα, «σαπήλα», [[φθορά]], [[κατάπτωσις]], ὑγρῶν Τίμ. Λοκρ. 102C, πρβλ. Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 6. 15, 4· τὸ [[τέλος]] τῆς κατὰ φύσιν φθορᾶς σ. ἐστιν ὁ αὐτ. ἐν Μετεωρ. 4. 1, 5 κἑξ.· σ. χλωρὴ Ἱππ. Προρρ. 75· σ. ὀστέων = [[σφάκελος]], Μοῖρις. ΙΙ. ([[σήπω]]) ἡ [[ἐνέργεια]] τοῦ στομάχου, καθ’ ἣν [[οὗτος]] ἀπορρίπτει τὸ [[μέρος]] τῆς τροφῆς τὸ μὴ θρεπτικόν, ἀντίθετον τῷ [[πέψις]], Ἀριστ. π. Ζ. Γεν. 3. 11, 15, πρβλ. Ἀθήν. 276Ε, καὶ ἴδε [[σήπω]] ΙΙ. 4.
}}
}}
{{trml
{{trml