καταπροδίδω: Difference between revisions

m
no edit summary
mNo edit summary
mNo edit summary
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=καταπροδίδω και [[καταπροδίνω]] και [[καταπροδώνω]] (Α [[καταπροδίδωμι]])<br /><b>1.</b> [[προδίδω]] απροκαλύπτως, [[διαπράττω]] φανερή [[προδοσία]] («καταπρόδωσε την [[πατρίδα]] του»)<br /><b>2.</b> [[εγκαταλείπω]] κάποιον εντελώς στην [[τύχη]] του ιδιαίτερα σε κρίσιμες στιγμές.
|mltxt=[[καταπροδίδω]] και [[καταπροδίνω]] και [[καταπροδώνω]] (Α [[καταπροδίδωμι]])<br /><b>1.</b> [[προδίδω]] απροκαλύπτως, [[διαπράττω]] φανερή [[προδοσία]] («καταπρόδωσε την [[πατρίδα]] του»)<br /><b>2.</b> [[εγκαταλείπω]] κάποιον εντελώς στην [[τύχη]] του ιδιαίτερα σε κρίσιμες στιγμές.
}}
}}