ὑποδομή: Difference between revisions

m
LSJ1 replacement
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (LSJ1 replacement)
 
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=ypodomi
|Transliteration C=ypodomi
|Beta Code=u(podomh/
|Beta Code=u(podomh/
|Definition=ἡ, Dor. ὑποδομά, [[supporting wall]], = [[ἀνάλημμα]] 11, <span class="title">IG</span>4.823.36 (Troezen, iv B. C.), 11(2).146 <span class="title">A</span>72 (Delos, iv/iii B. C.), 158 <span class="title">A</span>72 (iii B. C.), al.
|Definition=ἡ, Dor. [[ὑποδομά]], [[supporting wall]], = [[ἀνάλημμα]] II, ''IG''4.823.36 (Troezen, iv B. C.), 11(2).146 ''A''72 (Delos, iv/iii B. C.), 158 ''A''72 (iii B. C.), al.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=η / [[ὑποδομή]], ΝΑ, και δωρ. τ. ὑποδομά, ἁ, Α<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[τμήμα]] δομικού έργου [[κάτω]] από την [[επιφάνεια]] του εδάφους·2. [[δομική]] [[κατασκευή]] που χρησιμεύει ως [[βάση]] άλλης τεχνικής κατασκευής·3. [[κεφάλαιο]] του τεχνικού τομέα, που ασχολείται με την [[κατασκευή]] σιδηροδρόμων, το οποίο εξετάζει τα σχετικά με τη [[χάραξη]] ή την [[επιχωμάτωση]] τών σιδηροδρομικών [[οδών]]<br /><b>4.</b> <b>(κοινων.)</b> (στη μαρξιστ. φιλοσ.) η οικονομική [[δομή]] μιας κοινωνίας, που συγκροτείται από το [[σύνολο]] τών παραγωγικών σχέσεων, η [[βάση]] [[πάνω]] στην οποία υψώνεται και από την οποία εξαρτάται η [[υπερδομή]], το [[εποικοδόμημα]] τών πολιτικών, νομικών κ.ά. θεσμών, και τών πολιτικών, νομικών, αισθητικών κ.ά. ιδεών<br /><b>5.</b> το [[σύνολο]] τών οικονομικών ή τεχνικών προπαρασκευών που απαιτούνται για την [[ανάπτυξη]] ενός πλουτοπαραγωγικού τομέα μιας χώρας («η [[ανάπτυξη]] του τουρισμού απαιτεί και την κατάλληλη [[υποδομή]], όπως συγκοινωνιακά [[μέσα]], σύγχρονα οικοδομικά συγκροτήματα κ.ά.»)<br /><b>6.</b> <b>μτφ.</b> [[προϋπόθεση]] («για τη [[συγκρότηση]] υγιούς προσωπικότητας απαιτείται η κατάλληλη [[υποδομή]], σωστό κοινωνικό [[περιβάλλον]] και ευρεία [[μόρφωση]]»)<br /><b>αρχ.</b><br />[[τοίχος]] υποστήριξης.
|mltxt=η / [[ὑποδομή]], ΝΑ, και δωρ. τ. ὑποδομά, ἁ, Α<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[τμήμα]] δομικού έργου [[κάτω]] από την [[επιφάνεια]] του εδάφους·2. [[δομική]] [[κατασκευή]] που χρησιμεύει ως [[βάση]] άλλης τεχνικής κατασκευής·3. [[κεφάλαιο]] του τεχνικού τομέα, που ασχολείται με την [[κατασκευή]] σιδηροδρόμων, το οποίο εξετάζει τα σχετικά με τη [[χάραξη]] ή την [[επιχωμάτωση]] τών σιδηροδρομικών [[οδών]]<br /><b>4.</b> <b>(κοινων.)</b> (στη μαρξιστ. φιλοσ.) η οικονομική [[δομή]] μιας κοινωνίας, που συγκροτείται από το [[σύνολο]] τών παραγωγικών σχέσεων, η [[βάση]] [[πάνω]] στην οποία υψώνεται και από την οποία εξαρτάται η [[υπερδομή]], το [[εποικοδόμημα]] τών πολιτικών, νομικών κ.ά. θεσμών, και τών πολιτικών, νομικών, αισθητικών κ.ά. ιδεών<br /><b>5.</b> το [[σύνολο]] τών οικονομικών ή τεχνικών προπαρασκευών που απαιτούνται για την [[ανάπτυξη]] ενός πλουτοπαραγωγικού τομέα μιας χώρας («η [[ανάπτυξη]] του τουρισμού απαιτεί και την κατάλληλη [[υποδομή]], όπως συγκοινωνιακά [[μέσα]], σύγχρονα οικοδομικά συγκροτήματα κ.ά.»)<br /><b>6.</b> <b>μτφ.</b> [[προϋπόθεση]] («για τη [[συγκρότηση]] υγιούς προσωπικότητας απαιτείται η κατάλληλη [[υποδομή]], σωστό κοινωνικό [[περιβάλλον]] και ευρεία [[μόρφωση]]»)<br /><b>αρχ.</b><br />[[τοίχος]] υποστήριξης.
}}
}}