ἐρατίζω: Difference between revisions

Bailly1_2
(6_6)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐρᾰτίζω''': Ἐπικ. [[τύπος]] τοῦ [[ἐράω]], ἐν χρήσει παρ’ Ὁμ. ἀείποτε ἐν τῇ φράσει, [[κρειῶν]] ἐρατίζων, ἀπλήστως ἐπιθυμῶν, Ἰλ. Λ. 551., Ρ. 660, Ὁμ. Ὕμν. εἰς Ἑρμ. 64, 287.
|lstext='''ἐρᾰτίζω''': Ἐπικ. [[τύπος]] τοῦ [[ἐράω]], ἐν χρήσει παρ’ Ὁμ. ἀείποτε ἐν τῇ φράσει, [[κρειῶν]] ἐρατίζων, ἀπλήστως ἐπιθυμῶν, Ἰλ. Λ. 551., Ρ. 660, Ὁμ. Ὕμν. εἰς Ἑρμ. 64, 287.
}}
{{bailly
|btext=être avide de, gén..<br />'''Étymologie:''' [[ἐρατός]].
}}
}}