3,277,206
edits
(6_18) |
(Bailly1_1) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀδιάρθρωτος''': -ον, ὁ μὴ [[διηρθρωμένος]], συνεζευγμένος, συνδεδεμένος, [[ἀσύνδετος]], Ἀριστ. Ἱ. Ζ. 2. 1, 5, καὶ ἀλλ. ΙΙ. ἐπὶ τῆς φωνῆς, [[ἄναρθρος]], Πλούτ. 2. 378C. - Ἐπιρρ. -τως, [[ἄνευ]] διακρίσεως, Γαλην. 16. σ. 240. | |lstext='''ἀδιάρθρωτος''': -ον, ὁ μὴ [[διηρθρωμένος]], συνεζευγμένος, συνδεδεμένος, [[ἀσύνδετος]], Ἀριστ. Ἱ. Ζ. 2. 1, 5, καὶ ἀλλ. ΙΙ. ἐπὶ τῆς φωνῆς, [[ἄναρθρος]], Πλούτ. 2. 378C. - Ἐπιρρ. -τως, [[ἄνευ]] διακρίσεως, Γαλην. 16. σ. 240. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ος, ον :<br />inarticulé, confus, inintelligible.<br />'''Étymologie:''' ἀ, [[διαρθρόω]]. | |||
}} | }} |