βαρβαρισμός: Difference between revisions

Bailly1_1
(6_3)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''βαρβᾰρισμός''': [[χρῆσις]] ξένης τινὸς γλώσσης ἢ αὐτῆς τῆς γλώσσης τοῦ λαλοῦντος ἐσφαλμένη, Ἀριστ. Ποιητ. 22. 4 καὶ 6· πρβλ. Gellius 5. 20· - τὸ περὶ τὴν λέξιν [[ἁμάρτημα]], Γραμματ.
|lstext='''βαρβᾰρισμός''': [[χρῆσις]] ξένης τινὸς γλώσσης ἢ αὐτῆς τῆς γλώσσης τοῦ λαλοῦντος ἐσφαλμένη, Ἀριστ. Ποιητ. 22. 4 καὶ 6· πρβλ. Gellius 5. 20· - τὸ περὶ τὴν λέξιν [[ἁμάρτημα]], Γραμματ.
}}
{{bailly
|btext=οῦ (ὁ) :<br />langage inintelligible comme serait une langue étrangère.<br />'''Étymologie:''' [[βαρβαρίζω]].
}}
}}