ἀχύρινος: Difference between revisions

Bailly1_1
(6_10)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀχύρινος''': -η, -ον, (ἄχῠρον), οἱ χρυσοχόοι διὰ τῆς ἀχυρίνης [[φλογός]] ἐργάζονται τὸν χρυσόν, δηλ. τῆς γινομένης διὰ φλεγομένων ἀχύρων, Πλούτ. 2. 658Ε.
|lstext='''ἀχύρινος''': -η, -ον, (ἄχῠρον), οἱ χρυσοχόοι διὰ τῆς ἀχυρίνης [[φλογός]] ἐργάζονται τὸν χρυσόν, δηλ. τῆς γινομένης διὰ φλεγομένων ἀχύρων, Πλούτ. 2. 658Ε.
}}
{{bailly
|btext=η, ον :<br />fait avec de la paille (feu).<br />'''Étymologie:''' [[ἄχυρον]].
}}
}}