δυσμενέων: Difference between revisions

Bailly1_2
(6_14)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''δυσμενέων''': μετοχικὸς [[τύπος]] ἀπαντῶν μόνον κατ’ ἀρσ., κακὴν διάθεσιν ἔχων ἢ αἰσθανόμενος, ἐχθρικῶς διακείμενος, [[ἐχθρός]], Ὀδ. Β. 72· δυσμενέοντες [[αὐτόθι]] 73, Υ. 314.
|lstext='''δυσμενέων''': μετοχικὸς [[τύπος]] ἀπαντῶν μόνον κατ’ ἀρσ., κακὴν διάθεσιν ἔχων ἢ αἰσθανόμενος, ἐχθρικῶς διακείμενος, [[ἐχθρός]], Ὀδ. Β. 72· δυσμενέοντες [[αὐτόθι]] 73, Υ. 314.
}}
{{bailly
|btext=<i>part. prés. masc. de l’inusité</i> *δυσμενέω, <i>c.</i> [[δυσμεναίνω]] : mécontent, fâché.
}}
}}