καταπέμπω: Difference between revisions

Bailly1_3
(6_14)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''καταπέμπω''': μέλλ., -ψω, [[πέμπω]] [[κάτω]], εἰς ἔρεβος Ἡσ. Θεογ. 515· ἀετοὺς καταπέμπειν Λουκ. Προμηθ. 9· ἰδίως ἐκ τῶν μεσογείων εἰς τὰ παράλια, Ξεν. Ἑλλ. 5. 1, 30, Ἀν. 1. 9, 7. ΙΙ. [[ἀποστέλλω]] ἐκ τοῦ ἀρχηγείου, ἐκ τοῦ ἐπιτελείου, Δημ. 162, 11· στρατηγὸν κ. τινά, [[στέλλω]] ὡς στρατ., Πλουτ. Φλαμ. 15· ἐς ἐπισκοπήν τινος Λουκ. Θεῶν Διάλογ. 20, 6· «καταπεπεμέννα· καθειμένα» Ἡσύχ.
|lstext='''καταπέμπω''': μέλλ., -ψω, [[πέμπω]] [[κάτω]], εἰς ἔρεβος Ἡσ. Θεογ. 515· ἀετοὺς καταπέμπειν Λουκ. Προμηθ. 9· ἰδίως ἐκ τῶν μεσογείων εἰς τὰ παράλια, Ξεν. Ἑλλ. 5. 1, 30, Ἀν. 1. 9, 7. ΙΙ. [[ἀποστέλλω]] ἐκ τοῦ ἀρχηγείου, ἐκ τοῦ ἐπιτελείου, Δημ. 162, 11· στρατηγὸν κ. τινά, [[στέλλω]] ὡς στρατ., Πλουτ. Φλαμ. 15· ἐς ἐπισκοπήν τινος Λουκ. Θεῶν Διάλογ. 20, 6· «καταπεπεμέννα· καθειμένα» Ἡσύχ.
}}
{{bailly
|btext=<b>1</b> précipiter ; <i>particul.</i> envoyer sur mer <i>ou</i> dans des contrées maritimes;<br /><b>2</b> <i>p. ext.</i> envoyer : στρατηγόν PLUT comme général ; εἰρήνην XÉN transmettre des propositions de paix.<br />'''Étymologie:''' [[κατά]], [[πέμπω]].
}}
}}