ἐνάερος: Difference between revisions

Bailly1_2
(6_4)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐνάερος''': ᾱ, ον, ἔχων τὸ [[χρῶμα]] τοῦ ἀέρος, μὴ διακρινόμενος, μὴ φαινόμενος, ἐνάερον γὰρ τὸ τοῦ λίνου [[χρῶμα]] καὶ ἀπατηλὸν ἐν θαλάττῃ Πλούτ. 2. 915C, κτλ.
|lstext='''ἐνάερος''': ᾱ, ον, ἔχων τὸ [[χρῶμα]] τοῦ ἀέρος, μὴ διακρινόμενος, μὴ φαινόμενος, ἐνάερον γὰρ τὸ τοῦ λίνου [[χρῶμα]] καὶ ἀπατηλὸν ἐν θαλάττῃ Πλούτ. 2. 915C, κτλ.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />qui ressemble à l’air, transparent comme l’air.<br />'''Étymologie:''' [[ἐν]], [[ἀήρ]].
}}
}}