θεωρητικός: Difference between revisions

Bailly1_3
(6_10)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''θεωρητικός''': -ή, -όν, ἀγαπῶν τὴν θεωρίαν, τοῦ περὶ τὰ σώματα κάλλους Ἀριστ. Πολιτ. 8. 3, 12. 2) ἐπὶ τῆς διανοίας, [[θεωρητικός]], ἔχων τάσιν πρὸς τὰς σκέψεις, τὴν θεωρίαν, ὁ περὶ τὴν... οὐσίαν θ. ὁ αὐτ. Μετὰ τὰ Φυσ. 3. 3, 4˙ ὁ περὶ τῆς φύσεως θ. ὁ αὐτ. π. Μορ. Ζ. 1. 1, 30˙ [[μετὰ]] γεν., [[ἐπιστήμη]] θ. τοῦ ὄντος Πλάτ. Ὅροι 414B [[ἐπιστήμη]] θ., ἀντίθετον τῷ πρακτική, ποιητική. Ἀριστ. Μετὰ τὰ Φυσ. 5. 1, 5, κ. ἀλλ.˙ [[φιλοσοφία]] θ. [[αὐτόθι]] Α ἔλαττον 1, 5˙ [[διάνοια]], [[νοῦς]] [[αὐτόθι]] κλ.˙ θ. [[βίος]], [[βίος]] θεωρίας, [[πλήρης]] θεωριῶν (ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸν πρακτικὸν βίον), ὁ αὐτ. ἐν Ἠθ. Ν. 1. 5, 2, πρβλ. 10. 7, 1 κἑξ.˙ θ. [[φιλόσοφος]] Πλούτ. ἐν Περ. 16, κτλ. - Ἐπίρρ. -κῶς, [[Πολυδ]]. Δ΄, 8.
|lstext='''θεωρητικός''': -ή, -όν, ἀγαπῶν τὴν θεωρίαν, τοῦ περὶ τὰ σώματα κάλλους Ἀριστ. Πολιτ. 8. 3, 12. 2) ἐπὶ τῆς διανοίας, [[θεωρητικός]], ἔχων τάσιν πρὸς τὰς σκέψεις, τὴν θεωρίαν, ὁ περὶ τὴν... οὐσίαν θ. ὁ αὐτ. Μετὰ τὰ Φυσ. 3. 3, 4˙ ὁ περὶ τῆς φύσεως θ. ὁ αὐτ. π. Μορ. Ζ. 1. 1, 30˙ [[μετὰ]] γεν., [[ἐπιστήμη]] θ. τοῦ ὄντος Πλάτ. Ὅροι 414B [[ἐπιστήμη]] θ., ἀντίθετον τῷ πρακτική, ποιητική. Ἀριστ. Μετὰ τὰ Φυσ. 5. 1, 5, κ. ἀλλ.˙ [[φιλοσοφία]] θ. [[αὐτόθι]] Α ἔλαττον 1, 5˙ [[διάνοια]], [[νοῦς]] [[αὐτόθι]] κλ.˙ θ. [[βίος]], [[βίος]] θεωρίας, [[πλήρης]] θεωριῶν (ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸν πρακτικὸν βίον), ὁ αὐτ. ἐν Ἠθ. Ν. 1. 5, 2, πρβλ. 10. 7, 1 κἑξ.˙ θ. [[φιλόσοφος]] Πλούτ. ἐν Περ. 16, κτλ. - Ἐπίρρ. -κῶς, [[Πολυδ]]. Δ΄, 8.
}}
{{bailly
|btext=ή, όν :<br />qui a l’habitude de contempler, contemplatif, spéculatif.<br />'''Étymologie:''' [[θεωρητός]].
}}
}}