3,274,159
edits
(6_7) |
(Bailly1_3) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''λευκοστεφής''': -ές, ἐστεμμένος μὲ λευκοὺς στεφάνους, ἐπὶ ἱκετηρίας, Αἰσχύλ. Ἱκέτ. 191, 333. - Καθ’ Ἡσύχ. «λευκοστεφῆ· τὰ κεραυνόβλητα». | |lstext='''λευκοστεφής''': -ές, ἐστεμμένος μὲ λευκοὺς στεφάνους, ἐπὶ ἱκετηρίας, Αἰσχύλ. Ἱκέτ. 191, 333. - Καθ’ Ἡσύχ. «λευκοστεφῆ· τὰ κεραυνόβλητα». | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ής, ές :<br />ceint de bandelettes de laine blanche.<br />'''Étymologie:''' [[λευκός]], [[στέφω]]. | |||
}} | }} |