λοπαδαρπαγίδης: Difference between revisions

Bailly1_3
(6_19)
(Bailly1_3)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''λοπᾰδαρπᾰγίδης''': -ου, ὁ, ὁ ἁρπάζων τὰς (πλήρεις φαγητοῦ) λοπάδας, Ἀνθ. Π. Παράρτ. 288.
|lstext='''λοπᾰδαρπᾰγίδης''': -ου, ὁ, ὁ ἁρπάζων τὰς (πλήρεις φαγητοῦ) λοπάδας, Ἀνθ. Π. Παράρτ. 288.
}}
{{bailly
|btext=ου (ὁ) :<br />qui pille les plats, goinfre.<br />'''Étymologie:''' [[λοπάς]], [[ἁρπάζω]].
}}
}}