3,271,347
edits
(6_19) |
(Bailly1_3) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''μουσουργός''': -όν, συνῃρ. ἀντὶ τοῦ μουσοεργὸς ([[ὅπερ]] ἀπαντᾷ ἐν Ἱπποκρ. 236. 29), ὁ ἀσχολούμενος εἰς τὴν μουσικήν: ὡς οὐσιαστ., [[κοράσιον]] ᾆδον, [[ψάλτρια]], Ξεν. Κύρ. 4. 6, 11, Θεοπόμπ. Ἱστ. 126· ὀρχηστρίδες καὶ μ. Λουκ. Ἔρωτ. 10, πρβλ. Ἱππόλοχ. ἐν Ἀθην. 129Α. | |lstext='''μουσουργός''': -όν, συνῃρ. ἀντὶ τοῦ μουσοεργὸς ([[ὅπερ]] ἀπαντᾷ ἐν Ἱπποκρ. 236. 29), ὁ ἀσχολούμενος εἰς τὴν μουσικήν: ὡς οὐσιαστ., [[κοράσιον]] ᾆδον, [[ψάλτρια]], Ξεν. Κύρ. 4. 6, 11, Θεοπόμπ. Ἱστ. 126· ὀρχηστρίδες καὶ μ. Λουκ. Ἔρωτ. 10, πρβλ. Ἱππόλοχ. ἐν Ἀθην. 129Α. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ός, όν :<br />qui cultive la musique ; ὁ, ἡ [[μουσουργός]] chanteur, chanteuse.<br />'''Étymologie:''' [[μοῦσα]], [[ἔργον]]. | |||
}} | }} |