3,277,649
edits
(6_1) |
(Bailly1_3) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''μῠλῐάω''': ([[μύλη]]) [[συγκρούω]], [[τρίζω]] τοὺς ὀδόντας, ἐν Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ., μετοχ. λυγρὸν μυλιόωντες, [[ἔνθα]] Κράτης ὁ γραμμ. γράφει μαλκιόωντες, δηλ. μαλκίοντες, (ἴδε ἐν λ. [[μαλκίω]]). | |lstext='''μῠλῐάω''': ([[μύλη]]) [[συγκρούω]], [[τρίζω]] τοὺς ὀδόντας, ἐν Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ., μετοχ. λυγρὸν μυλιόωντες, [[ἔνθα]] Κράτης ὁ γραμμ. γράφει μαλκιόωντες, δηλ. μαλκίοντες, (ἴδε ἐν λ. [[μαλκίω]]). | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=-ῶ :<br />grincer des dents.<br />'''Étymologie:''' [[μύλη]]. | |||
}} | }} |