τετράχυτρος: Difference between revisions

Bailly1_5
(6_17)
(Bailly1_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''τετράχυτρος''': -ον, ὁ ἐκ τεσσάρων χυτρῶν πεποιημένος, οὐδ’ ἔβαλε τρυφάλειαν ἀμύμονα καὶ τετράχυτρον [[δῖος]] Ὀριγανίων Βατραχομυομ. 255.
|lstext='''τετράχυτρος''': -ον, ὁ ἐκ τεσσάρων χυτρῶν πεποιημένος, οὐδ’ ἔβαλε τρυφάλειαν ἀμύμονα καὶ τετράχυτρον [[δῖος]] Ὀριγανίων Βατραχομυομ. 255.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />d’une contenance de quatre marmites.<br />'''Étymologie:''' [[τέσσαρες]], [[χύτρα]].
}}
}}