προσαγόρευσις: Difference between revisions

Bailly1_4
(6_9)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''προσᾰγόρευσις''': ἡ, [[προσφώνησις]], χαιρετισμός, [[ἀσπασμός]], Μένανδρος ἐν «Παρακαταθήκῃ» 1, Πλουτ. Φάβ. 17, κτλ.
|lstext='''προσᾰγόρευσις''': ἡ, [[προσφώνησις]], χαιρετισμός, [[ἀσπασμός]], Μένανδρος ἐν «Παρακαταθήκῃ» 1, Πλουτ. Φάβ. 17, κτλ.
}}
{{bailly
|btext=εως (ἡ) :<br />action d’interpeller, d’appeler par son nom <i>ou</i> de saluer qqn ; action de s’adresser à qqn au commencement d’une lettre.<br />'''Étymologie:''' [[προσαγορεύω]].
}}
}}