3,274,159
edits
(6_10) |
(Bailly1_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''συγγνωμονικός''': -ή, -όν, [[πρόθυμος]] εἰς τὸ παρέχειν συγγνώμην, ἀγαπῶν νὰ συγχωρῇ, Ἀριστ. Ρητ. 2. 6, 19, Ἠθικ. Νικ. 6. 11, 1. - Ἐπίρρ. -κῶς, Γρηγ. Νύσσ. τ. 2, σ. 165D. ΙΙ. ἐπὶ πράγμ., [[ἄξιος]] συγγνώμης, Ἀριστ. Ἠθικ. Νικ. 5. 8, 12· οὐ θαυμαστόν, ἀλλὰ σ. [[αὐτόθι]] 7. 8, 6. | |lstext='''συγγνωμονικός''': -ή, -όν, [[πρόθυμος]] εἰς τὸ παρέχειν συγγνώμην, ἀγαπῶν νὰ συγχωρῇ, Ἀριστ. Ρητ. 2. 6, 19, Ἠθικ. Νικ. 6. 11, 1. - Ἐπίρρ. -κῶς, Γρηγ. Νύσσ. τ. 2, σ. 165D. ΙΙ. ἐπὶ πράγμ., [[ἄξιος]] συγγνώμης, Ἀριστ. Ἠθικ. Νικ. 5. 8, 12· οὐ θαυμαστόν, ἀλλὰ σ. [[αὐτόθι]] 7. 8, 6. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ή, όν :<br /><b>1</b> indulgent;<br /><b>2</b> pardonnable.<br />'''Étymologie:''' [[συγγνώμων]]. | |||
}} | }} |