στρωματοφύλαξ: Difference between revisions

Bailly1_4
(6_3)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''στρωμᾰτοφύλαξ''': [ῠ], -ᾰκος, ὁ, ἡ, ὁ φυλάττων τὰ στρώματα, τραπεζομάνδηλα, κτλ., Πλουτ. Ἀλεξ. 57.
|lstext='''στρωμᾰτοφύλαξ''': [ῠ], -ᾰκος, ὁ, ἡ, ὁ φυλάττων τὰ στρώματα, τραπεζομάνδηλα, κτλ., Πλουτ. Ἀλεξ. 57.
}}
{{bailly
|btext=ακος (ὁ, ἡ)<br /><i>c.</i> [[στρώτης]].<br />'''Étymologie:''' [[στρῶμα]], [[φύλαξ]].
}}
}}