3,274,498
edits
(6_11) |
(Bailly1_5) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''χᾰμηλός''': -ή, -όν, ὁ [[χαμαὶ]] ἐπὶ τοῦ ἐδάφους, ὁ [[χαμαὶ]] ἀναπτυσσόμενος, λειχὴν Νικ. Θηρ. 944· [[πίτυς]] χ., πιθαν. [[χαμαίπιτυς]], [[αὐτόθι]] 481· χαμηλότερος Νικ. παρ’ Ἀθην. 369C. 2) ὡς καὶ νῦν, = [[χθαμαλός]], Στράβ. 454 ([[ἔνθα]] κοινῶς χαμαλή)· ἐπὶ τῶν ὁπλῶν ἵππου, Ξεν. Ἰππ. 1. 3. 3) μικρὸς καὶ [[μηδαμινός]], τίς [[μοῖρα]] ζωῆς ὑπολείπεται, ἢ ὅσον [[στιγμή]], καὶ στιγμῆς εἴ τι χαμηλότερον; Ἀνθ. Π. 7. 472· χαμηλὰ πνέων, ὁ ταπεινὰ καὶ οἰκτρὰ πνέων, ὁ διὰ τὴν πενίαν εὐτελὴς ὤν, κτλ. Πινδ. Π. 11. 46. | |lstext='''χᾰμηλός''': -ή, -όν, ὁ [[χαμαὶ]] ἐπὶ τοῦ ἐδάφους, ὁ [[χαμαὶ]] ἀναπτυσσόμενος, λειχὴν Νικ. Θηρ. 944· [[πίτυς]] χ., πιθαν. [[χαμαίπιτυς]], [[αὐτόθι]] 481· χαμηλότερος Νικ. παρ’ Ἀθην. 369C. 2) ὡς καὶ νῦν, = [[χθαμαλός]], Στράβ. 454 ([[ἔνθα]] κοινῶς χαμαλή)· ἐπὶ τῶν ὁπλῶν ἵππου, Ξεν. Ἰππ. 1. 3. 3) μικρὸς καὶ [[μηδαμινός]], τίς [[μοῖρα]] ζωῆς ὑπολείπεται, ἢ ὅσον [[στιγμή]], καὶ στιγμῆς εἴ τι χαμηλότερον; Ἀνθ. Π. 7. 472· χαμηλὰ πνέων, ὁ ταπεινὰ καὶ οἰκτρὰ πνέων, ὁ διὰ τὴν πενίαν εὐτελὴς ὤν, κτλ. Πινδ. Π. 11. 46. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ή, όν :<br /><b>1</b> qui est à terre, qui ne s’élève pas au-dessus du sol, bas ; <i>fig.</i> bas;<br /><b>2</b> très petit.<br />'''Étymologie:''' [[χαμαί]]. | |||
}} | }} |