3,277,055
edits
(6_11) |
(Bailly1_5) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''τορεία''': ἡ, τὸ τορεύειν, ἐγγλύφειν, χαράττειν, ποιεῖν ἀνάγλυφα ἐπὶ μετάλλου ἢ ἐπὶ ξύλου. Πλουτ. Αἰμίλ. 32, Δημοσθ. 25, κλπ. 2) μεταφορ., ἐπὶ τῆς ῥητορικῆς τέχνης, [[Πολυδ]]. ϛʹ, 141. | |lstext='''τορεία''': ἡ, τὸ τορεύειν, ἐγγλύφειν, χαράττειν, ποιεῖν ἀνάγλυφα ἐπὶ μετάλλου ἢ ἐπὶ ξύλου. Πλουτ. Αἰμίλ. 32, Δημοσθ. 25, κλπ. 2) μεταφορ., ἐπὶ τῆς ῥητορικῆς τέχνης, [[Πολυδ]]. ϛʹ, 141. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ας (ἡ) :<br />ciselure.<br />'''Étymologie:''' [[τορεύω]]. | |||
}} | }} |