ἀδικαιολόγητος: Difference between revisions
From LSJ
Ἐχθροῖς ἀπιστῶν οὔποτ' ἂν πάθοις βλάβην → Minus dolebis, quo hostibus credes minus → Dem Feind misstrauend bleibst von Schaden du verschont
(6_18) |
(big3_1) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀδικαιολόγητος''': -ον, ὁ μὴ δυνάμενος νὰ δικαιολογηθῇ, Ἰω. Χρυσ. τόμ. 7, σ. 359. | |lstext='''ἀδικαιολόγητος''': -ον, ὁ μὴ δυνάμενος νὰ δικαιολογηθῇ, Ἰω. Χρυσ. τόμ. 7, σ. 359. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ον<br />[[que carece de defensa o justificación]] ἀ. γὰρ [[ἅπας]] ἁμαρτωλὸς καὶ παράνομος Chrys.M.61.730. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 11:46, 21 August 2017
Greek (Liddell-Scott)
ἀδικαιολόγητος: -ον, ὁ μὴ δυνάμενος νὰ δικαιολογηθῇ, Ἰω. Χρυσ. τόμ. 7, σ. 359.
Spanish (DGE)
-ον
que carece de defensa o justificación ἀ. γὰρ ἅπας ἁμαρτωλὸς καὶ παράνομος Chrys.M.61.730.